Άρθρο του καθηγητή και συγγραφέα του βιβλίου “Θεσσαλονίκη η Πόλη των Φαντασμάτων”.
“Χθες, όλος ο κόσμος έβλεπε την Ελλάδα καθώς το Κοινοβούλιο ψήφιζε για να περάσει ένα διχαστικό πακέτο μέτρων λιτότητας που θα μπορούσε να έχει κρίσιμες συνέπειες για το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Μπορεί να προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι αυτό το μικρό άκρο της Βαλκανικής χερσονήσου θα μπορούσε να τραβήξει την προσοχή. Συνήθως σκεπτόμαστε την Ελλάδα σαν την πατρίδα του Πλάτωνα και του Περικλή και ότι η πραγματική σημασία της βρίσκεται βαθιά στην αρχαιότητα. Αλλά αυτή δεν είναι η πρώτη φορά που για να κατανοήσουμε το μέλλον της Ευρώπης, θα πρέπει να στραφούμε μακριά από τις μεγάλες δυνάμεις στο κέντρο της ηπείρου και να εξετάσουμε προσεκτικά τι συμβαίνει στην Αθήνα. Γιατί τα τελευταία 200 χρόνια, η Ελλάδα ήταν στην πρώτη γραμμή των εξελίξεων της Ευρώπης.
Τη δεκαετία του 1820, καθώς διεξήγαγε πόλεμο ανεξαρτησίας κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η Ελλάδα έγινε ένα πρώιμο σύμβολο διαφυγής από τη «φυλακή» των αυτοκρατοριών. Για τους φιλέλληνες η ανάστασή της αντιπροσώπευε τον ευγενέστερο από όλους τους σκοπούς. «Στο μεγάλο πρωινό του κόσμου», έγραψε ο Shelley στο «Ελλάς», το ποίημα του για τον αγώνα για την ανεξαρτησία της χώρας, «της Ελευθερίας το μεγαλείο έλαμψε!» Η νίκη θα σήμαινε θρίαμβο της ελευθερίας, όχι μόνο έναντι των Τούρκων, αλλά και εναντίον όλων των δυναστών οι οποίοι κρατούσαν μεγάλο αριθμό των Ευρωπαίων σκλαβωμένους. Γερμανοί, Ιταλοί, Πολωνοί και Αμερικανοί συγκεντρώθηκαν για πολεμήσουν κάτω από την ελληνική γαλανόλευκη για το καλό της δημοκρατίας. Και μέσα σε μια δεκαετία, η χώρα κέρδισε την ελευθερία της.
Κατά τη διάρκεια του επόμενου αιώνα, ο ριζικά νέος συνδυασμός της συνταγματικής δημοκρατίας και του εθνικισμού που η Ελλάδα ενσωμάτωνε εξαπλώθηκε σε όλη την ήπειρο, με αποκορύφωμα “την ειρήνη για τον τερματισμό όλων των ειρηνών» στο τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, όταν οι αυτοκρατορίες Οθωμανών, Αψβούργων και της Ρωσίας διαλύθηκαν και αντικαταστάθηκαν από έθνη-κράτη.
Μετά το τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, η Ελλάδα άνοιξε και πάλι το δρόμο για το μέλλον της Ευρώπης. Μόνο που τώρα ήταν η σκοτεινή πλευρά της δημοκρατίας που ήρθε στο προσκήνιο. Στον κόσμο των εθνών-κρατών, οι εθνοτικές μειονότητες, όπως του μουσουλμανικού πληθυσμού στην Ελλάδα και των Ορθοδόξων Χριστιανών της Μικράς Ασίας ήταν μια συνταγή για τη διεθνή αστάθεια. Στις αρχές της δεκαετίας του 1920, Έλληνες και Τούρκοι ηγέτες αποφάσισαν να ανταλλάξουν τους μειονοτικούς πληθυσμούς τους, με την ανταλλαγή περίπου δύο εκατομμυρίων χριστιανών και μουσουλμάνων για το συμφέρον της εθνικής ομοιογένειας. Η ελληνο-τουρκική ανταλλαγή πληθυσμών ήταν το μεγαλύτερο οργανωμένο κίνημα προσφύγων στην ιστορία ως τότε και ένα μοντέλο που οι Ναζί και άλλοι θα επιθυμούσαν αργότερα για τους λαούς της Ανατολικής Ευρώπης, τη Μέση Ανατολή και την Ινδία.
Είναι ειρωνικό, λοιπόν, ότι η Ελλάδα ήταν στην πρώτη γραμμή της αντίστασης στους Ναζί. Το χειμώνα του 1940-41, ήταν η πρώτη χώρα που αντεπιτέθηκε αποτελεσματικά εναντίον των δυνάμεων του Άξονα, ταπεινώνοντας το Μουσολίνι στον ελληνο-ιταλικό πόλεμο, ενώ στην υπόλοιπη Ευρώπη τους επευφημούσαν. Και πολλοί τους επευφημούσαν και πάλι μετά από μερικούς μήνες, όταν ένας νεαρός αριστερός αγωνιστής της αντίστασης με το όνομα Μανώλης Γλέζος ανέβηκε στην Ακρόπολη ένα βράδυ με ένα φίλο και κατέβασε τη ναζιστική σημαία που οι Γερμανοί είχαν πρόσφατα υψώσει (σχεδόν 70 χρόνια αργότερα, ο κ. Γλέζος θα δεχτεί χημικά και δακρυγόνα από την ελληνική αστυνομία ενώ διαδήλωνε ενάντια στο πρόγραμμα λιτότητας). Τελικά, όμως, η Ελλάδα υπέκυψε στη γερμανική κατοχή. Οι Ναζί έφεραν μαζί τους την πολιτική αποσύνθεση, μαζική λιμοκτονία και, μετά την απελευθέρωση, την εμπλοκή της χώρας στον ολοκληρωτικό εμφύλιο πόλεμο μεταξύ Κομμουνιστικών και αντι-κομμουνιστικών δυνάμεων.
Λίγα μόλις χρόνια μετά την ήττα του Χίτλερ, η Ελλάδα βρέθηκε στο κέντρο της ιστορίας και πάλι, στην πρώτη γραμμή του Ψυχρού Πολέμου. Το 1947, ο πρόεδρος Harry S. Truman χρησιμοποίησε την εντατικοποίηση του εμφύλιου πολέμου εκεί για να κινητοποιήσει το Κογκρέσο πίσω από το Δόγμα Truman με σαρωτική δέσμευση σε περίοδο ειρήνης των αμερικανικών πόρων για την καταπολέμηση του κομμουνισμού και για την ανοικοδόμηση της Ευρώπης. Ξαφνικά βρισκόμενη στις δύο πλευρές του ατλαντικού, η Ελλάδα εκπροσωπούσε μια πολύ διαφορετική Ευρώπη – μια Ευρώπη που είχε παραλύσει από εμφύλιους πολέμους και της οποίας μόνη διέξοδος από την ένδεια των μέσων της δεκαετίας του 1940 ήταν να γίνει μικρός εταίρος της Ουάσιγκτον. Όσο τα δολάρια έρεαν, Αμερικανοί σύμβουλοι παρέμεναν στην Αθήνα λέγοντας στους Έλληνες πολιτικούς τι πρέπει να κάνουν, και αμερικανικές ναπάλμ έκαιγαν τα ελληνικά βουνά, όπου οι κομμουνιστές είχαν καταφύγει.
Η Ευρωπαϊκή πολιτική και οικονομική ενοποίηση υποτίθεται ότι επρόκειτο να τερματίσει την αδυναμία και την εξάρτηση της διαιρεμένης ηπείρου, και εδώ, επίσης, η Ελλάδα ήταν ένα έμβλημα μιας νέας φάσης στην ιστορία της. Η πτώση της στρατιωτικής δικτατορίας της το 1974, όχι μόνο έφερε τη χώρα σε πορεία πλήρους ένταξης σε αυτό που αργότερα θα εξελισσόταν στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Επίσης (μαζί με τις μεταρρυθμίσεις στην Ισπανία και την Πορτογαλία, την ίδια στιγμή) προεικόνιζε το παγκόσμιο κύμα εκδημοκρατισμού της δεκαετίας του 1980 και του ’90 , πρώτα στη Νότια Αμερική και τη Νοτιοανατολική Ασία και στη συνέχεια στην Ανατολική Ευρώπη. Και έδωσε στην Ευρωπαϊκή Ένωση μια τάση για διεύρυνση και τη φιλοδοξία να μετατραπεί από ένα μικρό κλαμπ πλούσιων δυτικών ευρωπαϊκών κρατών σε μια φωνή για μια νέα δημοκρατική ήπειρο στο σύνολό της, εκτεινόμενη προς τα νότια και ανατολικά.
Και σήμερα, αφού η ευφορία της δεκαετίας του ’90 έχει ξεθωριάσει και μια νέα μετριοπάθεια έχει επέλθει μεταξύ των Ευρωπαίων, πέφτει και πάλι στην Ελλάδα το βάρος να αμφισβητήσει τους μανδαρίνους της Ευρωπαϊκής Ένωσης και να θέσει το ερώτημα τι πρόκειται να ακολουθήσει στην ήπειρο. Η Ευρωπαϊκή Ένωση υποτίθεται ότι θα κάλυπτε μια κατακερματισμένη Ευρώπη, θα εδραίωνε τη δημοκρατική δυναμική της και θα μετέτρεπε την ήπειρο σε μια δύναμη ικανή και ανταγωνιστική στην παγκόσμια σκηνή. Ίσως είναι ταιριαστό σε ένα από τα παλαιότερα και πιο δημοκρατικά από τα εθνικά κράτη της Ευρώπης να είναι στην πρώτη γραμμή, θέτοντας όλα αυτά τα επιτεύγματα υπό αμφισβήτηση. Γιατί είμαστε όλοι μικρές δυνάμεις πλέον, και για άλλη μια φορά η Ελλάδα είναι στην πρώτη γραμμή του αγώνα για το μέλλον”.
Ο Mark Mazower είναι καθηγητής της Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Κολούμπια.
μετάφραση στα ελληνικά: nikkat
Πηγή: www.nytimes.com
“Χθες, όλος ο κόσμος έβλεπε την Ελλάδα καθώς το Κοινοβούλιο ψήφιζε για να περάσει ένα διχαστικό πακέτο μέτρων λιτότητας που θα μπορούσε να έχει κρίσιμες συνέπειες για το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Μπορεί να προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι αυτό το μικρό άκρο της Βαλκανικής χερσονήσου θα μπορούσε να τραβήξει την προσοχή. Συνήθως σκεπτόμαστε την Ελλάδα σαν την πατρίδα του Πλάτωνα και του Περικλή και ότι η πραγματική σημασία της βρίσκεται βαθιά στην αρχαιότητα. Αλλά αυτή δεν είναι η πρώτη φορά που για να κατανοήσουμε το μέλλον της Ευρώπης, θα πρέπει να στραφούμε μακριά από τις μεγάλες δυνάμεις στο κέντρο της ηπείρου και να εξετάσουμε προσεκτικά τι συμβαίνει στην Αθήνα. Γιατί τα τελευταία 200 χρόνια, η Ελλάδα ήταν στην πρώτη γραμμή των εξελίξεων της Ευρώπης.
Τη δεκαετία του 1820, καθώς διεξήγαγε πόλεμο ανεξαρτησίας κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η Ελλάδα έγινε ένα πρώιμο σύμβολο διαφυγής από τη «φυλακή» των αυτοκρατοριών. Για τους φιλέλληνες η ανάστασή της αντιπροσώπευε τον ευγενέστερο από όλους τους σκοπούς. «Στο μεγάλο πρωινό του κόσμου», έγραψε ο Shelley στο «Ελλάς», το ποίημα του για τον αγώνα για την ανεξαρτησία της χώρας, «της Ελευθερίας το μεγαλείο έλαμψε!» Η νίκη θα σήμαινε θρίαμβο της ελευθερίας, όχι μόνο έναντι των Τούρκων, αλλά και εναντίον όλων των δυναστών οι οποίοι κρατούσαν μεγάλο αριθμό των Ευρωπαίων σκλαβωμένους. Γερμανοί, Ιταλοί, Πολωνοί και Αμερικανοί συγκεντρώθηκαν για πολεμήσουν κάτω από την ελληνική γαλανόλευκη για το καλό της δημοκρατίας. Και μέσα σε μια δεκαετία, η χώρα κέρδισε την ελευθερία της.
Κατά τη διάρκεια του επόμενου αιώνα, ο ριζικά νέος συνδυασμός της συνταγματικής δημοκρατίας και του εθνικισμού που η Ελλάδα ενσωμάτωνε εξαπλώθηκε σε όλη την ήπειρο, με αποκορύφωμα “την ειρήνη για τον τερματισμό όλων των ειρηνών» στο τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, όταν οι αυτοκρατορίες Οθωμανών, Αψβούργων και της Ρωσίας διαλύθηκαν και αντικαταστάθηκαν από έθνη-κράτη.
Μετά το τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, η Ελλάδα άνοιξε και πάλι το δρόμο για το μέλλον της Ευρώπης. Μόνο που τώρα ήταν η σκοτεινή πλευρά της δημοκρατίας που ήρθε στο προσκήνιο. Στον κόσμο των εθνών-κρατών, οι εθνοτικές μειονότητες, όπως του μουσουλμανικού πληθυσμού στην Ελλάδα και των Ορθοδόξων Χριστιανών της Μικράς Ασίας ήταν μια συνταγή για τη διεθνή αστάθεια. Στις αρχές της δεκαετίας του 1920, Έλληνες και Τούρκοι ηγέτες αποφάσισαν να ανταλλάξουν τους μειονοτικούς πληθυσμούς τους, με την ανταλλαγή περίπου δύο εκατομμυρίων χριστιανών και μουσουλμάνων για το συμφέρον της εθνικής ομοιογένειας. Η ελληνο-τουρκική ανταλλαγή πληθυσμών ήταν το μεγαλύτερο οργανωμένο κίνημα προσφύγων στην ιστορία ως τότε και ένα μοντέλο που οι Ναζί και άλλοι θα επιθυμούσαν αργότερα για τους λαούς της Ανατολικής Ευρώπης, τη Μέση Ανατολή και την Ινδία.
Είναι ειρωνικό, λοιπόν, ότι η Ελλάδα ήταν στην πρώτη γραμμή της αντίστασης στους Ναζί. Το χειμώνα του 1940-41, ήταν η πρώτη χώρα που αντεπιτέθηκε αποτελεσματικά εναντίον των δυνάμεων του Άξονα, ταπεινώνοντας το Μουσολίνι στον ελληνο-ιταλικό πόλεμο, ενώ στην υπόλοιπη Ευρώπη τους επευφημούσαν. Και πολλοί τους επευφημούσαν και πάλι μετά από μερικούς μήνες, όταν ένας νεαρός αριστερός αγωνιστής της αντίστασης με το όνομα Μανώλης Γλέζος ανέβηκε στην Ακρόπολη ένα βράδυ με ένα φίλο και κατέβασε τη ναζιστική σημαία που οι Γερμανοί είχαν πρόσφατα υψώσει (σχεδόν 70 χρόνια αργότερα, ο κ. Γλέζος θα δεχτεί χημικά και δακρυγόνα από την ελληνική αστυνομία ενώ διαδήλωνε ενάντια στο πρόγραμμα λιτότητας). Τελικά, όμως, η Ελλάδα υπέκυψε στη γερμανική κατοχή. Οι Ναζί έφεραν μαζί τους την πολιτική αποσύνθεση, μαζική λιμοκτονία και, μετά την απελευθέρωση, την εμπλοκή της χώρας στον ολοκληρωτικό εμφύλιο πόλεμο μεταξύ Κομμουνιστικών και αντι-κομμουνιστικών δυνάμεων.
Λίγα μόλις χρόνια μετά την ήττα του Χίτλερ, η Ελλάδα βρέθηκε στο κέντρο της ιστορίας και πάλι, στην πρώτη γραμμή του Ψυχρού Πολέμου. Το 1947, ο πρόεδρος Harry S. Truman χρησιμοποίησε την εντατικοποίηση του εμφύλιου πολέμου εκεί για να κινητοποιήσει το Κογκρέσο πίσω από το Δόγμα Truman με σαρωτική δέσμευση σε περίοδο ειρήνης των αμερικανικών πόρων για την καταπολέμηση του κομμουνισμού και για την ανοικοδόμηση της Ευρώπης. Ξαφνικά βρισκόμενη στις δύο πλευρές του ατλαντικού, η Ελλάδα εκπροσωπούσε μια πολύ διαφορετική Ευρώπη – μια Ευρώπη που είχε παραλύσει από εμφύλιους πολέμους και της οποίας μόνη διέξοδος από την ένδεια των μέσων της δεκαετίας του 1940 ήταν να γίνει μικρός εταίρος της Ουάσιγκτον. Όσο τα δολάρια έρεαν, Αμερικανοί σύμβουλοι παρέμεναν στην Αθήνα λέγοντας στους Έλληνες πολιτικούς τι πρέπει να κάνουν, και αμερικανικές ναπάλμ έκαιγαν τα ελληνικά βουνά, όπου οι κομμουνιστές είχαν καταφύγει.
Η Ευρωπαϊκή πολιτική και οικονομική ενοποίηση υποτίθεται ότι επρόκειτο να τερματίσει την αδυναμία και την εξάρτηση της διαιρεμένης ηπείρου, και εδώ, επίσης, η Ελλάδα ήταν ένα έμβλημα μιας νέας φάσης στην ιστορία της. Η πτώση της στρατιωτικής δικτατορίας της το 1974, όχι μόνο έφερε τη χώρα σε πορεία πλήρους ένταξης σε αυτό που αργότερα θα εξελισσόταν στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Επίσης (μαζί με τις μεταρρυθμίσεις στην Ισπανία και την Πορτογαλία, την ίδια στιγμή) προεικόνιζε το παγκόσμιο κύμα εκδημοκρατισμού της δεκαετίας του 1980 και του ’90 , πρώτα στη Νότια Αμερική και τη Νοτιοανατολική Ασία και στη συνέχεια στην Ανατολική Ευρώπη. Και έδωσε στην Ευρωπαϊκή Ένωση μια τάση για διεύρυνση και τη φιλοδοξία να μετατραπεί από ένα μικρό κλαμπ πλούσιων δυτικών ευρωπαϊκών κρατών σε μια φωνή για μια νέα δημοκρατική ήπειρο στο σύνολό της, εκτεινόμενη προς τα νότια και ανατολικά.
Και σήμερα, αφού η ευφορία της δεκαετίας του ’90 έχει ξεθωριάσει και μια νέα μετριοπάθεια έχει επέλθει μεταξύ των Ευρωπαίων, πέφτει και πάλι στην Ελλάδα το βάρος να αμφισβητήσει τους μανδαρίνους της Ευρωπαϊκής Ένωσης και να θέσει το ερώτημα τι πρόκειται να ακολουθήσει στην ήπειρο. Η Ευρωπαϊκή Ένωση υποτίθεται ότι θα κάλυπτε μια κατακερματισμένη Ευρώπη, θα εδραίωνε τη δημοκρατική δυναμική της και θα μετέτρεπε την ήπειρο σε μια δύναμη ικανή και ανταγωνιστική στην παγκόσμια σκηνή. Ίσως είναι ταιριαστό σε ένα από τα παλαιότερα και πιο δημοκρατικά από τα εθνικά κράτη της Ευρώπης να είναι στην πρώτη γραμμή, θέτοντας όλα αυτά τα επιτεύγματα υπό αμφισβήτηση. Γιατί είμαστε όλοι μικρές δυνάμεις πλέον, και για άλλη μια φορά η Ελλάδα είναι στην πρώτη γραμμή του αγώνα για το μέλλον”.
Ο Mark Mazower είναι καθηγητής της Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Κολούμπια.
μετάφραση στα ελληνικά: nikkat
Πηγή: www.nytimes.com